Derbi Variant Sport 125 (2012-σήμερα): Σταθερότητα στους επαρχιακούς δρόμους και πόλη.

Αυτό το σκούτερ βασίζεται στο Aprilia Sportcity One 125, με στυλιστικές κυρίως διαφορές. 

      Κινητήρας: O μονοκύλινδρος τετράχρονος αερόψυκτος κινητήρας των 124 κ. εκ. ο οποίος τροφοδοτείται μέσω καρμπυρατέρ, αποδίδει 10.6 ονομαστικούς ίππους στις 8000 σ.α.λ., και 1,02 χλγμ ροπής στις 7000 σ.α.λ.. 

     Επιταχύνοντας με τέρμα γκάζι από στάση το σκούτερ πιάνει τα 40 χ.α.ω. αρκετά γρήγορα, τα 60 χ.α.ω. καλά, τα 80 χ.α.ω. ικανοποιητικά, τα 100 χ.α.ω. αργά και για την τελική ταχύτητα των 118 χ.α.ω. ένδειξη κοντέρ θα χρειαστεί πραγματικά πολύ ώρα. Με άλλα λόγια η επιτάχυνση είναι γραμμική ενώ η τελική ταχύτητα επηρεάζεται ελάχιστα από τις αλλαγές κλίσης του εδάφους. 
  
      To σκούτερ της δοκιμής ήταν σχεδόν καινούργιο. O μελλοντικός αναβάτης θα παρατηρήσει επιδόσεις καλύτερες από αυτές που περιγράφονται όταν ο κινητήρας διανύσει κάποιες χιλιάδες χιλιόμετρα περισσότερα. Σε σχέση με το δίχρονο Aprilia Sportcity One των 50 κ. εκ. (Derbi Variant Sport 50) που η αξιολόγηση του παρατίθεται εδώ, η διαφορά στις επιδόσεις είναι χαοτική. Έτσι και πάλι προτείνεται η επιλογή του κινητήρα των 125 κ. εκ. σε όσους το αντέχουν οικονομικά ή τους επιτρέπει το δίπλωμα τους σε σχέση με το σκούτερ των 50 κ. εκ.. Ενδεικτική μέση κατανάλωση 4 λίτρα/100 χλμ.. 
                      
      Θέση οδήγησης: To ύψος της σέλας είναι σχετικά χαμηλό, 775 χιλ., για τα δεδομένα της κατηγορίας κι έτσι οι αναβάτες κάθε αναστήματος θα πατήσουν σίγουρα κάτω. Το βάρος είναι μικρό, 117 ονομαστικά κιλά κενό, το κέντρο βάρους χαμηλό, οι διαστάσεις του σκούτερ είναι μικρές. 
 
      Ο αναβάτης τοποθετείται μέσα και πάνω στο σκούτερ, η θέση οδήγησης είναι ουδέτερη. Στο πίσω μέρος του καθίσματος δημιουργείται μικρό stop για τον οδηγό. Ο συνεπιβάτης κάθεται ψηλότερα από τον οδηγό, η σέλα που του αναλογεί είναι στενή, οι χειρολαβές δημιουργούν κλειστή λαβή, η γωνία στα γόνατα είναι άνετη. Το κάλυμμα της σέλας που του αναλογεί είναι αντιολισθητικό. 
  
      Στο δρόμο: Οι αναρτήσεις είναι μέτριες σε σκληρότητα. Μπροστά χρησιμοποιείται πιρούνι 32 χιλ. και πίσω μονό αμορτισέρ. Οι τροχοί μάρκας CST έχουν διάσταση 120-70-14 μπροστά και πίσω. Tα λάστιχα αυτά θεωρούνται μέτρια ως προς το κράτημα που παρέχουν. 
  
      Στην πόλη το Variant αποδεικνύεται πολύ ικανό, προσδίδοντας άμεσα εμπιστοσύνη στον οδηγό. Και ο κινητήρας και το στήσιμο του σκούτερ θα ικανοποιήσουν. 
  
      Στο κέντρο της πόλης είναι κυρίως σταθερό. Για μικρό σκούτερ με 14άρηδες τροχούς η ευκινησία του περνά σε δεύτερη μοίρα. Η απόσβεση των κακοτεχνιών των δρόμων είναι αποδεκτή για τους μικρούς τροχούς και την κατηγορία τιμής του σκούτερ. Έτσι είναι λίγο καλύτερη από αυτό που περιμένει κάποιος. Mπορεί γενικά να λεχθεί ότι είναι ένα άνετο σκούτερ, ωστόσο παραφωνία αποτελεί το ότι περνώντας από μέτρια και ιδίως μεγάλα σαμαράκια τερματίζει η επαναφορά του μπροστινού, κάτι που συμβαίνει φυσικά κι εκτός πόλης. 
 
     Το κόψιμο του τιμονιού είναι κανονικό για τα δεδομένα της κατηγορίας, θα μπορούσε να επιτυγχάνει και μικρότερες ακτίνες στροφής. Οι διηθήσεις του είναι επίσης καλές κάτι που οφείλεται στο μικρό πλάτος του δικύκλου. Κατά τα άλλα και το τιμόνι και οι καθρέπτες του σκούτερ είναι στο ίδιο ύψος με τους καθρέπτες των αυτοκινήτων και SUV αντίστοιχα. 
  
      Σε επαρχιακούς δρόμους το σκούτερ είναι πολύ σταθερό και πάλι. Ο συνδυασμός πλαισίου-αναρτήσεων φροντίζει για την εμπιστοσύνη του αναβάτη παρά τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης. Ακόμη και σε ανοικτές στροφές κοντά στην τελική του, η σταθερότητα κερδίζει τον οδηγό. 
  
     Έτσι σε γρήγορο ρυθμό για τα δεδομένα ενός τέτοιου σκούτερ, παρέχεται σχετικά καλή πληροφόρηση και κράτημα. Με καλύτερα λάστιχα το κράτημα θα βελτιωθεί αρκετά περισσότερο. Η ποιότητα κύλισης του με εξαίρεση τον τερματισμό της επαναφοράς που αναφέρθηκε πιο πάνω είναι αντίστοιχη με άλλα μεγαλύτερα κι ακριβότερα σκούτερ, ιδίως σε καλούς δρόμους. Η κίνηση λοιπόν σε επαρχιακούς δρόμους είναι το πιο δυνατό του σημείο σε σχέση με τον ανταγωνισμό. 
                            
     Aν πρέπει να κάνει κάποια περάσματα από την εθνική οδό, η μικρή του τελική ταχύτητα θα το επιτρέψει μόνο εφόσον αυτά είναι πολύ σύντομα. Ωστόσο η σταθερότητα το συνοδεύει ακόμη κι εκεί. 
  
      Στον τομέα των φρένων χρησιμοποιείται δισκόφρενο μπροστά 220 χιλ. με δαγκάνα δύο εμβόλων και ταμπούρο πίσω 140 χιλ.. Τα φρένα είναι δυνατά και τα δύο, με σχετικά καλή αίσθηση. Το μπροστινό έχει σχετικά καλό αρχικό δάγκωμα ενώ το πίσω έχει μέτριο, είναι αρκετά φιλικό δηλαδή. Έτσι σε γλιστερή-μέτρια άσφαλτο τα φρένα θα απαιτήσουν κάποια προσοχή σε φρενάρισμα πανικού, ενώ σε καλή άσφαλτο πλησιάζουν το ιδανικό, χωρίς ABS φυσικά.
  
      Άλλα σχόλια: Το πάτωμα στα πόδια του οδηγού είναι επίπεδο αποτελώντας μια βάση για φόρτωση, ενώ κάτω από τη σέλα θα χωρέσει ίσα-ίσα ένα full face κράνος σε μεσαίο μέγεθος. Στο ντουλαπάκι της ποδιάς θα χωρέσει ενδεικτικά μια φωτογραφική μηχανή τσέπης. 
  
     Η κόκκινη ραφή στη σέλα είναι όμορφη. Οι καθρέπτες είναι εξαιρετικοί και σαν σχεδίαση και σαν λειτουργία φυσικά. Δεν δείχνουν καθόλου ώμους, ενώ είναι ελάχιστα μακριά από το οπτικό πεδίο του οδηγού μπροστά. Παρέχεται και μανιβέλα. Το πλαϊνό σταντ διατίθεται σαν έξτρα. Η ποιότητα κατασκευής και το φινίρισμα είναι αρκετά καλά. Πλεονέκτημα επίσης η νεανική του σχεδίαση. 
  
     Όπως και το Aprilia Sportcity One, παράγεται και σε έκδοση με δίχρονο κινητήρα 50 κ. εκ. που αποδίδει 4 ίππους. Και οι δύο εταιρείες Derbi και Aprilia, ανήκουν στο Piaggio Group, που συνηθίζει να αναθερμαίνει το ενδιαφέρον της αγοράς με παρουσίαση των ίδιων προϊόντων από διαφορετικούς κατασκευαστές του ομίλου. 
  
 Τιμή : 1750 € 
 Τιμή 50 κ. εκ.: 1510 €

 +Τιμή αγοράς 

 +Κίνηση σε επαρχιακούς δρόμους 

- Απόσβεση επαναφοράς στο πιρούνι.


  


Σχόλια

Τα πεδία με * είναι υποχρεωτικά. Παρακαλούμε στα Ελληνικά. Από 1/1/2012 τα Greeklish δεν θα απαντώνται.